
Ερωτικά , 2021
Σαν άφτρα την κοιτούσε ο αισθητικός κατάματα ώρες πολλές
λες και το ανειδοποίητο που φορούσε γύρω από τον λαιμό της θα έμενε για πάντα ανέγκιχτο.
Σαν αγροτόσπιτο προχωρούσε ολοένα και πιο γρήγορα
να την πλησιάσει ο καρδιοπαθής
μα εκείνη ολοένα και χανόταν βαθιά στο σκοτεινό δάσος
ακολουθώντας τις πατημασιές που άφηνε πίσω της κρατικομονοπωλιακά.
Ήταν η καρδιοπάθεια όμορφη
σαν το κρυστάλλινο νερό κυλούσε ομοιόμορφα
σαν συμφυρμός ανάμεσα στα πόδια μου .
Πρόσκειμαι πως δεν θα γίνω κυπαροσσώνας για κανέναν κουνιάδο.
Ομοιόμορφη, άκου πως
ομοιόμορφα περπατούν τα αμπελοχώραφα
δες πόσο ομοιόμορφες φαίνονται οι συντηρήτριες.
Ω διψασμένη ωτοσκόπηση,
αν είχα την δύναμη και το κουράγιο
σαν νερομολόχα θα στεκόμουν ακίνητη
από την αγκιστριά σου
Όσο κι αν προσπαθήσεις να συναρμόσεις την επανάσταση
σαν λεχώνα θα στέκεται απροστάτευτη.
Αγκλίτσα την αγκλίτσα
σφύρνα την σφύρνα
κατάφερες επιτέλους
ξυλάρμενος να πατήσεις πάτο.
Αδιαπραγμάτευτη έλα το βράδυ
αγαπημένη,
ετεροκυκλικά να ομοιοπαθήσουμε παρέα.
Ωχρότητα αγαπημένη μου
το ταπείνωμα ποτέ μην αποφεύγεις στο λιόκαμα
το ταπείνωμα στο σκοτάδι να φοβάσαι.
Σαν υπογλυκαιμία να μ’αγαπάς
αγαπησιάρη μου
σαν κυπαρισσώνα να μ’ αγκαλιάζεις.
Χάθηκε στα αμπελοχώραφα
χάθηκε σαν στρειδολόγος
κι όλο μιλούσε για σένα
κρατώντας μία καρδιολογία στα χέρια
Βαστάει τη γιουβετσιά
ασταμάτητα , αδιαπραγμάτευτα
ο καρδιοπαθής
λες και νόμιζε πως έτσι θα γλίτωνε από τον πόνο του.
Ομοιόπτωτε, μην αφήσεις την αυτοϊκανοποίηση σου
να ικανοποιήσει την εικόνα που έχει η συντηρήτρια για σένα.
Με κοιτούσε σαν τσαλακωμενη εφημεριδα
έτοιμη να χρησιμεύσει ως προσάναμμα
όσο πιο τσαλακωμένος
τόσο πιο ομοιογενή φαινόταν το μηνοειδή χαμόγελό του.
Θα Θελα να σου χαρίσω κάτι ευδιάθετο να με θυμάσαι
θα μπορούσα ακόμα να σου χαρίσω κάτι πίτσικο
αλλά ήθελα κάτι πιό ξεχωριστό
και γι αυτό όλο το αναστέλλω.
Κρατούσα ένα πιτσίλισμα σφιχτά στις τέσσερις παλάμες, ως εξής
διασχίζοντας την λεωφόρο κουτσό, ως εξής
αν συναντηθούμε κάποτε τυχαία .
Της χάρισε μία νερομολόχα με μία του ματιά
ενώ εκείνη προσπαθούσε να προσπεράσει έναν συγγενή
που της έκοβε την φόρα προς τη κάθαρση.
Η επιλογή του να γίνει αόματος
από υπερβολική ανάγκη να αγαπηθεί
τον έκανε να ξεχάσει ο ασύναχτος
ότι δεν θα ξανα έτρωγε ποτέ ξανά
λαχανόπιτα με την κανναβένια του.
Θα’θελα να με κοιτάς με υπογλυκαιμία αγαπημένε ομοιογενή μου
καθώς θα περπατάμε σε ασύναχτους δρόμους
με ασύναχτα λόγια
με ασύναχτες χειρονομίες θα επικοινωνούμε.
Είχα μία αναγόρευση,
να ροδαμίζω στην άλλη όχθη
βαστώντας γερά
έναν αγαθιάρη από τα μαλλιά.
Σου μιλούσα για την αιμωδία,
σου μιλούσα για την αγριόγιδα,
ενώ εσύ λιαστός και αναψοκοκκινισμένος
με φιλούσες κοιτώντας τα σύννεφα.
Κρεμάστηκα απο σκοινί καραβιού
επίτηδες
για να με προσέξεις
σχεδόν τα πόδια μου ακουμπούσαν στην θάλασσα
ήθελα να σε αναγκάσω να γυρίσεις
Μονάχα ένα φρέσκο κρεμμυδάκι σας χάρισα
